Καλή Κυριακή αγαπούλες.
Κι'ενώ ο εγκλεισμός συνεχούται και ο πόνος στα πλευρά δεν περνούται, κάτι οι ενεσούλες και κάτι τα παυσίπονα, η νταλίκα την έχει δει Πυθία.
Μασάει κάτι φύλλα από γιούκα (δάφνη δεν έχει το μενού) και φιλοσοφεί, θέτοντας καίρια, καυτά και δισεπίλυτα αρωτήγματα. Πίνει και κόκα κόλα.
Κι'αφού ψυχανεμίστηκα με διάφορα πολιτικο-υπαρξιακά τε και κοινωνικά, ο νους μου (ναι ρε, ο νους μου) άρχισε να υπερίπταται ενός βασικού, βασικότατου επιδίκου : αν οι λευκοί δεν μπορούν να πηδήξουν, μπορούν (τουλάχιστον) να παίξουν reggae; Κι'αν ναι, την παίζουν καλά ή μάπα το νεκταρίνι;
Δύσκολο αρώτηγμα κι'ακόμα πιο δύσκολη η απάντησις. Μάλλον πρέπει να την θέσω στην Πανελλαδική του ΣΥΡΙΖΑ, μπας και πάρω 2-3 τόννους αναλύσεις (κι'ένα βιβλίο του Keynes σαν bonus).
Αλλά η απάντηση είναι ναι και στα δύο σκέλη. Και η ανάλυση που ακολουθεί είναι μακρο-οικονομική (μπορεί και μικρο, τι να σας πω; για να κάνω εντύπωση το έγραψα).
Εκεί στα 1978 στην Εγγλεζία, οι πολιτικές της μετα-βιομηχανικής περιόδου έσπρωχαν ήδη χιλιάδες εγγλέζιους στα γραφεία του DHSS, του εγγλέζικου ΟΑΕΔ ένα πράμα σα να λέμε. Ζητώντας επίδομα ανεργίας, ή Unemployment Benefit επί το εγγλεζικότερον. Για να το πάρουν οι νέοι σε ηλικία άνεργοι (αυτοί δηλαδή με τον μικρότερο χρόνο εργασίας), έπρεπε να συμπληρώσουν την αίτηση με αριθμό 40, ή forme 40.
Το πιάσατε το υπονοούμενο ή όχι ακόμα;
Εκείνη την εποχή που λέτε, οι Brian Travers, Earl Falconer, Jimmy Brown και Ali Campbell, φιλαράκια απ'το σχολείο (στο Μπίρμπινχαμ), βρισκόνταν συχνά-πυκνά έξω από τον ΟΑΕΔ, όταν τους ήρθε η ιδέα να φκιάσουν κάτι μαζί. Κάτι μουσικό δηλαδής. Ο Travers μάλιστα, μόλις είχε σπάσει τον κουμπαρά του για ν'αγοράσει ένα σαξόφωνο. Και συμφώνησαν, παρά το γεγονός, ότι κανένας τους (μα κανένας τους) δεν ήξερε να παίζει μουσική, ούτε είχε ασχοληθεί με τα της μουσικής. Άκουγαν μόνο, και άκουγαν πολλή reggae αλλά και rock. Του Campbell οι γονείς (βέβαια) ήσαντε και οι δύο folk τραγουδιστές (άνεργοι), αλλά τραγουδιστές.
Κι'αρχίσανε που λέτε να κάνουν πρόβες στα τυφλά. Και ονομάστηκαν UB 40. Και μη με ρωτήσετε γιατί, σας τα 'πα πιο πάνω.
Η πρώτη τους εμφάνιση (που έμεινε και στην ιστορία) έγινε στις 9 Φλεβάρη 1979 σε μία pub (The Hare and Hounds Pub) για τα γενέθλια ενός φίλου. Στα 2011, έξω απ'αυτή την pub μπήκε και μία πλάκα τιμής ένεκεν.
Τα παληκάρια συνέχιζαν να παίζουν όπου εύρισκαν, μέχρι που, στα τέλη του 1979, τους ανακάλυψε η θεά Chrissie Hynde και (εκτός του ότι έγινε η καλή του Campbell) τους έδωσε την ευκαιρία να παίξουν support στη μπάντα της, τους Pretenders.
Αυτό ήταν. Στις αρχές του 1980 κυκλοφορούν το πρώτο τους single (King - Food For Thought) και τον Αύγουστο του 1980 το πρώτο studio album τους (Signing Off), τίτλος κυριολεκτικός, αφού υποδήλωνε το τέλος της σχέσης τους με τον ΟΑΕΔ.
Ο δίσκος έσκισε χασέδες.
Η υπέροχη reggae-dub μουσική τους καθιερώθηκε αμέσως και άρχισε να γεννάει φανατικούς θαυμαστές.
Από τότε, μέχρι και σήμερα, οι UB40 αποδεικνύουν πως οι λευκοί (άντε, με την προσθήκη και 2 μαύρων) το 'χουν με την reggae.
17 studio albums, αμέτρητες συναυλίες και ένα κάρο βραβεία και πρώτες θέσεις στα charts όλου του ντουνιά.
Κι'αφού τους λιβάνισα δεόντως (λατρεύω αφού), ας πούμε και μια κακία : η χρονική διάρκεια, στην οποία μεγαλούργησαν, είναι είκοσι χρονάκια : από το 1980 μέχρι το 2000. Από τα 2000 και μετά το 'χουν γυρίσει στον χαβαλέ. Και στην αρπαχτή.
Οπόταν, σήμερις που έχει πάλι ήλιο, η νταλίκα σας γιομίζει με καλή (πάρα πολύ καλή) reggae-dub από μία πολύ μεγάλη μπάντα. Επιλογή αυστηρά προσωπική, από τα τραγούδια τους 1980-2000.
Νταξ;
Food For Thought
Tell Me It's True
Light My Fire
Rat In My Kitchen
Kingston Town
Can't Help Falling In Love
Don't Break My Heart
One In Ten
Higher Ground
Red Red Wine
King
Cherry On Baby
Many Rivers To Cross
I Got You Baby