Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013

Mishima ( 三島 由紀夫 )



親愛なる
(όπερ μεθερμηνευόμενον, καλημέρα αγαπημένοι μου).
Σας έλεγα προχθές, πως για το μήνα Αύγουστο (που 'ναι παχιές οι μύγες) η νταλίκα θα υπολειτουργεί, ένεκα το θέρος, τα μπάνια του λαού και η ραστώνη της κάψας.
Από την άλλη, υπάρχουν και οι αδυναμίες. Και σ'αυτές την πρώτη και καλύτερη θέση έχουν τα soundtracks. Αλλά αυτό το ξέρετε ήδη.
Για να πω την μαύρη αλήθεια, δεν είχα σκοπό ν'ασχοληθώ με soundtrack αυτή την εποχή. Και πάντως όχι με τόσο σημαντικό, όπως τούτο εδώ, ένα soundtrack μιας ταινίας στα όρια του μέτριου, η οποία όμως περιγράφει (ατάλαντα και άστοχα) μία πολύ μεγάλη ιστορία. Ένα καταπληκτικό soundtrack όμως, από έναν από τους σπουδαιότερους σύγχρονους αμερικανούς συνθέτες.
Ας όψεται όμως το φατσοβιβλίο και μία ανάρτηση φίλου, η οποία με έκανε ν'αλλάξω γνώμη και, σήμερις, να σας χαρίσω δυο λόγια και ολόκληρο αυτό το υπέροχο soundtrack.

Πάμε όμως απ'την αρχή.
Η ταινία είναι το Mishima, σκηνοθετήθηκε από τον Paul Schrader και έκανε πρεμιέρα στις 4 Οκτώβρη του 1985. Πρωταγωνιστούν οι Ken Ogata, Masayuki Shionoya, Junkichi Orimoto και Kenji Orimoto. Στο Φεστιβάλ των Καννών απέτυχε να πάρει τον Χρυσό Φοίνικα, κέρδισε όμως το βραβείο για την (υπέροχη) μουσική κι'ένα βραβειάκι, αυτό της "καλύτερης καλλιτεχνικής συμμετοχής".
Η ταινία πραγματεύεται τη ζωή του μεγάλου ιάπωνα συγγραφέα, ποιητή, ηθοποιού και σκηνοθέτη με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμοYukio Mishima, του οποίου το πραγματικό όνομα ήταν Kimitake Hiraoka.
Κι'επειδής, όπως σας είπα πιο πάνω, προσωπικά βρίσκω την ταινία πάρα πολύ "λίγια" σε σχέση με την προσωπικότητα του Mishima, ελάτε να πούμε δυο λόγια για τον ίδιο.
Γεννήθηκε στα 1925 σ'ένα προάστιο του Τόκυο, από πατέρα ανώτερο κυβερνητικό αξιωματούχο και μητέρα της οποίας ο πατέρας ήταν διευθυντής ενός από τα καλύτερα ιαπωνικά σχολεία (Kaisei). Παρότι καμία από τις οικογένειες των παππούδων του δεν ήταν μέλη της ιαπωνικής ελίτ, ο Mishima σημαδεύτηκε, από τα πολύ τρυφερά του χρόνια, από την γιαγιά του, την Natsuko, μια εξαιρετικά βίαιη γυναίκα που είχε μεγαλώσει μέσα σε "αυτοκρατορικά" περιβάλλοντα και η οποία απαγόρευε στον μικρό Mishima να συναναστρέφεται με αγόρια της ηλικίας του και να κάνει αθλητισμό και τον υποχρέωνε να κάνει παρέα μόνο με τις ξεδέλφες του και τις κούκλες τους.
Στα 12, όταν επέστρεψε στο πατρικό, ο πατέρας του, φανατικός της στρατιωτικής πειθαρχίας, προσπάθησε να τον σπρώξει προς τα κει, χωρίς όμως επιτυχία.
Άρχισε να γράφει από τα 12 του. Στην αρχή ποιήματα και μετά πεζά. Σε όλα κυριαρχούσε η ιδέα του θανάτου, ιδέα που κληρονόμησε από την γιαγιά του.
Στα 1938 προσκλήθηκε να γράψει μία ιστορία για ένα ιαπωνικό λογοτεχνικό περιοδικό (Gakushūin). Η ιστορία ήταν η περίφημη Hanazakari no Mon (Δάσος σε Άνθιση), μέσα στην οποία ο αφηγητής, με μία σειρά μεταφορών και αφορισμών (εξαιρετικά προκλητικοί για την εποχή), περιγράφει το συναίσθημα της συνύπαρξης με τους προγόνους. Οι καθηγητές του ενθουσιάστηκαν και έστειλαν το κείμενό του στο ξακουστό λογοτεχνικό περιοδικό Bungei-Bunka, με το ψευδώνυμο Yukio Mishima, επειδή φοβήθηκαν τις αντιδράσεις των συμμαθητών του. Η καταπληκτική αυτή η ιστορία τυπώθηκε αργότερα (1944) σε 4.000 μόλις αντίτυπα, εξαιτίας της έλλειψης τυπογραφικού χαρτιού λόγω του πολέμου.
Στον πόλεμο δεν πήγε ποτέ, παρότι επιστρατεύτηκε. Ο λόγος ήταν ένα απλό κρύωμα, το οποίο ο ειδικευόμενος στρατιωτικός γιατρός πέρασε για φυματίωση και τον απάλλαξε.
Συνέχισε να γράφει καθ'όλη τη διάρκεια του πολέμου, ενώ, παραιτήθηκε από μια θέση στο υπουργείο οικονομικών (που του είχε εξασφαλίσει ο πατέρας του) ένα χρόνο μετά την πρόσληψή του.
Το μετά τον πόλεμο έργο του είναι εξίσου σημαντικό. Παράλληλα με την συγγραφή, ασχολείται και με την ηθοποιοία, την σκηνοθεσία αλλά και το μόντελινγκ.

Από τα 1955 αρχίζει ν'ασχολείται με την γυμναστική και τις πολεμικές τέχνες. Κι'όταν λέμε γυμναστική εννοούμε το bodybuilding. Κι'όταν λέμε πολεμικές τέχνες, εννοούμε πως έγινε ένας πραγματικός βιρτουόζος του kendo (παραδοσιακή ιαπωνική ξιφασκία).
Παράλληλα κάνει και δύο γάμους, με την πρώτη του γυναίκα να γίνεται μετέπειτα η αυτοκράτειρα Michiko.
Στα 1967 το μυαλό του παίρνει ανάποδες στροφές. Να πούμε εδώ, πως από νέος ήταν καραδεξιός. Από τα 1967 όμως, άρχισε να ακτιβίζει επικίνδυνα υπέρ του αυτοκράτορα και εναντίον κάθε προοδευτικής πολιτικής. Αυτό άλλωστε του στοίχισε και το βραβείο nobel του 1968 όταν, παρότι το άξιζε (είχε άλλωστε προταθεί άλλες 2 φορές παρακαλώ), το έχασε από τον συμπατριώτη του Yasunari Kawabata.
Στα 1967 που λέτε, γράφεται στην γνωστή παραστρατιωτική οργάνωση GSDF (Δύναμη Εδαφικής Αυτοάμυνας), ενώ, στα 1968, ιδρύει την Totenokai (κοινωνία ασπίδα), μια παραστρατιωτική ομάδα νέων σπουδαστών, οι οποίοι ορκίζονταν να προστατεύουν τον αυτοκράτορα. Τους εκπαίδευε μάλιστα ο ίδιος.
Εδώ να σημειώσουμε δύο πράγματα : κατ'αρχήν η έννοια "αυτοκράτορας" για τον (ταραγμένο νοητικά πλέον) Mishima δεν προσωποιείται. Είναι γενική και αναφέρεται στον θείο χαρακτήρα της αυτοκρατορίας. Αυτός είναι και ο λόγος που κατήγγειλε δημόσια τον αυτοκράτορα Hirohito επειδή, λέει, αποποιήθηκε τον θεϊκό του χαρακτήρα όταν παραδώθηκε στους συμμάχους στο τέλος του Β' ΠΠ.
Έπειτα, η ξαφνική του στροφή προς την άκρα δεξιά τον έκανε έναν από τα πιο μισητά πρόσωπα για τους αριστερούς-προοδευτικούς ενώ, την ίδια στιγμή, η προσήλωσή του στον παραδοσιακό κώδικα των σαμουράϊ του στοίχισε άλλους τόσους πολέμιους ανάμεσα στους δεξιούς.

Στις 25 Νοέμβρη του 1970 (μέρα από την οποία ξεκινάει και η ταινία), ο Mishima μαζί με τα μέλη της ομάδας του, με την πρόφαση μιας επίσκεψης, εισβάλλει στο γραφείο του διοικητή της ανατολικής Διοίκησης των Ιαπωνικών Δυνάμεων Αυτοάμυνας στο Τόκυο, κλειδώνονται μέσα και δένουν χειροπόδαρα τον διοικητή. Στη συνέχεια, κι'αφού συγκεντρώνει τους στρατιώτες από κάτω, βγαίνει στο μπαλκόνι και βγάζει έναν λόγο, με τον οποίο τους προτρέπει σε πραξικόπημα "για την επαναφορά της ισχύος του αυτοκράτορα". Το μόνο που καταφέρνει είναι να τον γιουχάρουν.
Επιστρέφει μεσα στο γραφείο και αυτοκτονεί με seppukuharakiri, όπως το ξέρουν οι περισσότεροι)....

Ο Mishima παραμένει (και θα παραμένει) ένας από τους μεγαλύτερους μεταπολεμικούς στυλίστες της ιαπωνικής λογοτεχνίας. Μ'ένα τεράστιο έργο : 34 νουβέλες, 50 θεατρικά, 25 βιβλία με μικρές ιστορίες, 35 δοκίμια και ένα λιμπρέτο. Μια απόλυτη μορφή που πάντα με γοήτευε. Αυτός είναι και ο λόγος που απογοητεύτηκα από την ταινία.

Όχι όμως κι'απ'την μουσική της. Εδώ σταματάμε, βγάζουμε το καπέλο και υποκλινόμαστε στον τρισμέγιστο Philip Glass, έναν από τους σπουδαιότερους μινιμαλιστές συνθέτες της γενιάς του.
Ξέρω πως σας κούρασα με τον Mishima, οπότε θα σας αφήσω στη μαγική μουσική του και θα σας υποσχεθώ ένα χορταστικό αφιέρωμα στο εγγύς μέλλον.
Το soundtrack ακούγεται απνευστί.